Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2011

Νομισματική ιστορία...και αρχαία νομίσματα της νήσου Σαμοθράκης

  Η λέξη νόμισμα έχει ετυμολογική ρίζα από τα «νέμω > νόμος, νομός > νόμισμα. Δηλαδή τα νομίσματα αναγνωρίζονται ως προϊόν κοινωνικών συμβάσεων με δεδομένες αξίες στις συναλλαγές. Πιο απλά νόμισμα = το
νενομισμένο = το επιτρεπόμενο στις εντός νομικής ισχύος συναλλαγές. Στη Μεγάλη Ελλάδα τα νομίσματα λεγόταν «νόμος, νόμοι».

ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΜΙΣΜΑ
   Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη ("Πολιτικά"), πολύ πριν γίνει χρήση του νομίσματος ως μέσου ανταλλαγής, οι αρχέγονες κοινότητες αντάλλασσαν μεταξύ τους τα απολύτως χρήσιμα στην ζωή χωρίς κανένα ενδιάμεσο (αντιπραγματισμός) και αργότερα μεταπήδησαν στο στάδιο των χρηματικών συναλλαγών. Παράβαλε και ότι αφενός στην αρχαία Αθήνα τα νομίσματα λεγόταν π.χ. «εκατόμβοιον» , «δεκάβοιον» κ.τ.λ. = 100 βόδια, 10 βόδια κ.τ.λ. και αφετέρου οι οικονομικοί όροι «κεφάλαιο» και «καπιταλισμός (capitalιsm») προέρχονται από τη ελληνική λέξη κεφάλι = λατινικά capital. Αυτό, επειδή αρχικά η κύρια περιουσία κάποιου ήταν τα κεφάλια ζώων που διέθετε. 
   Τα μέταλλα ως κοινό μέσον συναλλαγής, υπήρχαν στην αρχαία Ελλάδα ήδη επί 16 αι. π.Χ. και η χρήση τους έτυχε αρχικά Πανελλήνιας και κατόπιν παγκόσμιας υποδοχής, επειδή μ’ αυτά γίνονται πιο εύκολα οι συναλλαγές, αφού: α) αυτά έχουν πάντα ζήτηση, άρα αξία. Δηλαδή αγοράζονται, για να γίνουν χρήσιμα στη ζωή πράγματα, όπως στολίδια και χρήσιμα εργαλεία, β) σ’ αυτά υπάρχει η δυνατότητα να διαιρεθούν σε κομμάτια μικρότερης αξίας = τα νομίσματα, γ) τα μέταλλα και τα νομίσματα και μεταφέρονται και αποταμιεύονται πιο εύκολα και μάλιστα και χωρίς φθορά.
   Οι πρώτες μεταλλουργικές δραστηριότητες στον αιγιακό χώρο παρατηρούνται από την Τελική Νεολιθική εποχή (3500 π.Χ.).Το πρώτο είδος μετάλλου που χρησιμοποιήθηκε ήταν λέει ένα κράμα σε μαλακή μορφή, που αποτελούνταν από χαλκό, αρσένιο και μόλυβδο.
   Αργότερα, κατά τις αρχές της τέταρτης χιλιετίας, χρησιμοποιήθηκε ο ορείχαλκος, ένα κράμα χαλκού με κασσίτερο που έδινε τη δυνατότητα κατασκευής ανθεκτικότερων αντικειμένων. 
   Η πρώτη χρήση του ορείχαλκου στην Κρήτη τοποθετείται λέει στην Πρωτομινωική II περίοδο (2600-2300 π.Χ.). Μετά τον ορείχαλκο εφευρέθηκε ο κασσίτερος, ο χρυσός, ο άργυρος κ.α.
   Η Κύπρος ήταν μία από τις σημαντικότερες πηγές χαλκού της Αρχαιότητας, ο λόγος, προφανώς, και για τον οποίο ονομάστηκε και έτσι, δηλαδή Κύπρος. Cuprum (λατινικά)= Cooper (αγγλικά) = o χαλκός, Ο χαλκός στην άγριά του μορφή είναι πράσινος απ’ όπου και cupressus (λατινικά) = ο κυπάρισσος ή άλλως το κυπαρίσσι, Cupreus,a,um = ο χάλκινος,η,ο ή ο βαθυ-πράσινος,η,ο (Χάλκανθος) ή ο Κυπραίος,α,ο, 
   Επειδή από τη μια ο καθαρός χαλκός και ο καθαρός σίδηρος στο χρόνο φθείρεται λόγω οξείδωσης και από την άλλη τα νομίσματα γενικώς αλλοιώνονται και από τη χρήση, γι αυτό και αφενός δεν έχουν διασωθεί σιδερένια και χάλκινα νομίσματα (μερικά τάλαντα έχουν διασωθεί, επειδή είναι σε πολύ μεγάλη ποσότητα).
   Σύμφωνα με το Πάριο χρονικό, ο Μίνωας Α’ ήταν βασιλιάς της Κρήτης όταν ήταν βασιλιάς στην Αθήνα ο Πανδίονας κατά το έτος ΧΗ.. (= 1210 ) πριν από το Διόγνητο ή το έτος 1453 πριν από το Χριστό.
Τάλαντα που βρέθηκαν στις Μυκήνες,
χρησιμοποιήθηκαν κατά το 16ο - 14ο π. Χ.

   Επί εποχής Μίνωα Α’ και επί εποχής Θησέα στην Αθήνα, υπήρχαν νομίσματα στην Ελλάδα. Απλώς τα νομίσματα αυτά, δηλαδή τα πρώτα νομίσματα, ήσαν σιδερένια και κυρίως χάλκινα. Ο χρυσός και ο άργυρος (ασήμι) ανακαλύφθηκαν μετά από το χαλκό και το σίδερο. Στον Ελλαδικό χώρο δηλαδή ήδη από τη 2η χιλιετία π.Χ. φαίνεται να χρησιμο­ποιούνται ως μέσο συναλλαγής τα τάλαντα, δηλαδή πλάκες μετάλ­λου που το σχήμα τους, για πολλούς μελετητές, αναπαράγει αυτό της τεντωμένης δοράς βοδιού και για άλλους ήταν πιο πρακτικό στη μετα­φορά. Τάλαντα έχουν βρεθεί σε διάφορες περιοχές της Μεσογειακής λεκάνης, στα νότια παράλια της Μ. Ασίας, στη Σαρδηνία, στην Κύπρο, στις Μυκήνες, στην Κύμη, στην Κρήτη και σε άλλα νησιά του Αιγαίου.

ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΒΕΛΟΥΣ ΣΤΗ ΔΡΑΧΜΗ ΚΑΙ ΤΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΚΟΠΕΙΑ
   Τα σημερινά στρογγυλά-επίπεδα νομίσματα προέκυψαν με κτύπημα στην κορυφή των στρογγυλών βόλων μετάλλου, ώστε να γίνουν στρογγυλές επίπεδες πίττες – ο λόγος που τα επίπεδα νομίσματα ονομάζονταν και «παιστά» (από το ρήμα «παίω» που σημαίνει κτυπώ). Στα πρώτα νομίσματα της Γόρτυνας στην Κρήτη, στην οπίσθια όψη των νομισμάτων αναγράφεται ΓΟΡΤΥΝΙΟΝ ΤΟ ΠΑΙΜΑ (δηλαδή το νόμισμα κόπηκε-κτυπήθηκε από την πόλη της Γόρτυνας). Άλλωστε κάπως έτσι γίνονται ακόμη και σήμερα τα νομίσματα.
   Τα πρώτα νομίσματα, όπως και σήμερα, ήταν δυο λογιών, τα μικρής και μεγάλης αξίας. Τα μικρής αξίας αρχικά ήσαν μικρά τμήματα χαλκού ή μπρούτζου, μετά χρυσά και ασημένια, κυρίως βόλοι (στρογγυλές σφαίρες) ή ράβδοι (οι καλούμενοι οβελοί). Τα μεγάλης αξίας ήσαν τα καλούμενα τάλαντα, που ήσαν σε σχήμα ως δέρμα ζώου, και τα οποία άξιζαν τόσους οβελούς όσο αναλογούσε το βάρος τους.
   Στο πρώτο στάδιο τα νομίσματα ζυγίζονταν κάθε φορά που χρειαζόταν να γίνει μια συναλλαγή, κάτι ως κάνουμε και στα πράγματα, για να επιβεβαιωθεί το βάρος τους και να καθαριστεί έτσι η ανταλλακτική αξία τους. Επίσης στο στάδιο αυτό τα νομίσματα ήταν «άτυπα», δηλαδή δεν έφεραν κανένα εικονογραφικό τύπο σε μια από τις όψεις τους, αφού αρχικά ήταν απλώς τμήματα μετάλλου.
   Στο επόμενο στάδιο στη μια όψη τους χαράζονταν η ποσότητα του βάρος τους και στην άλλη μια ένδειξη (κάτι ως η σφραγίδα) ότι το νόμισμα είχε ζυγιστεί και η συνάμα ήταν νόμιμη η κυκλοφορία του – απ΄όπου και νόμισμα ή νόμος (= το νόμισμα για τους Έλληνες της Μ. Ελλάδας). Τέλος στη μια μεγάλη όψη ή και τις δυο χαραζόταν και ένα διακοσμητικό γεωμετρικό σχέδιο ή η εικόνα αγαπημένου ζώου ή θεού ή βασιλιά κ.α. 

Στη φωτογραφία: Χρυσός στατήρ Κροίσου Λυδίας,561-546π.Χ.
Εμπροσθότυπος: Δύο πρόσθια λιονταριού και βοδιού αντιμέτωπα.
Αθήνα, Νομισματικό Μουσείο.

    Η σύγχρονη επιστήμη θεωρεί ότι ο χώρος της Ιωνίας και της Λυδίας ήταν αυτός που στο β΄ μισό του 7ου αιώνα, εφηύρε αυτό που αργότερα ονομάστηκε νόμισμα, το κερματοφόρο δηλαδή τεμάχιο μετάλλου, ζυγισμένο και ελεγμένο, πάνω στο οποίο υπήρχε αποτυπωμένη η σφραγίδα, είτε του άρχοντα, είτε του θεού, είτε του συμβόλου της πόλης που ήταν υπεύθυνη για την έκδοσή του. Τα πρώτα νομίσματα της εξελληνισμένης από τις ελληνικές αποικίες Λυδίας, ήταν από ήλεκτρο, ένα μετάλλευμα με περιεκτικότητα 73% σε χρυσό και 27% σε άργυρο, με σκληρότητα μεγαλύτερη από αυτή του χρυσού, προερχόμενο από τις όχθες του Πακτωλού και του Ερμού. Η ανακάλυψη του νομίσματος στα χρόνια αυτά, οδηγεί στο συμπέρασμα πως κανένας από τους μεγάλους πολιτισμούς της Ανατολής δεν χρησιμοποίησε ποτέ στις συναλλαγές του νομίσματα, ούτε οι Σουμέριοι, ούτε οι Χεττίτες, ούτε και οι Αιγύπτιοι. Οι Πέρσες απ' την άλλη έκοψαν νομίσματα μόνο στις σατραπείες εκείνες που γειτνίαζαν με τον ελληνικό κόσμο, ενώ οι Ρωμαίοι άρχισαν να εκδίδουν νομίσματα μόλις το 300 π.Χ. Ο ελληνικός πολιτισμός υπήρξε δηλαδή ο κύριος διαμορφωτής του νομισματικού ορίζοντα στην αρχαιότητα.
Σάμος, στατήρ από ήλεκτρο.
    Πολλοί λένε ότι ο Ηρόδοτος λέει ότι πρώτοι οι Λύδιοι έκοψαν νόμισμα και όχι οι Έλληνες. Ωστόσο αυτό είναι λάθος, γιατί ο Ηρόδοτος (Α, 94) αναφέρει επακριβώς τα εξής: Λυδοί δε νόμοισι μεν παραπλήσοισι χρεώνται και Έλληνες, χωρίς ή ότι θήλεα τέκνα καταπορνευουσι, πρώτοι δε ανθρώπων των ημείς ήδμεν νόμισμα χρυσού και αργυρού κοψάμενοι εχρήσαντο, πρώτοι δε και κάπηλοι εγένοντο. φασι δε αυτοί Λυδοί και τας παιγνίας τας νυν σφίσι τε και Έλλησι κατεστεώσας εωυτών εξεύρημα γενέσθαι· άμα δε ταύτας τε εξευρεθήναι παρα σφίσι λέγουσι και Τυρσηνίην αποικίσαι, ώδε περί αυτών λέγοντες(Ηρόδοτος, Α, 94).
Στη νέα ελληνική: «Οι Λύδιοι έχουν παραπλήσια με τους Έλληνες έθιμα μόνο που αφήνουν τις κόρες του να πορνεύονται. Πρώτοι αυτοί, όσο ξέρουμε, από τους ανθρώπους, έκοψαν και έθεσαν σε κυκλοφορία νομίσματα από χρυσό και ασήμι και αυτοί πάλι πρώτοι έγιναν κάπηλοι. Οι ίδιοι οι Λύδιοι ισχυρίζονται πώς και τα παιγνίδια, που συνηθίζονται σήμερα στον τόπο τους και στην Ελλάδα, είναι δική τους εφεύρεση. (Ηρόδοτος, Α, 94).

Στη φωτογραφία, Οβελός
(Φείδων, 7ος αι. π.χ.)
    Επομένως ο Ηρόδοτος δε λέει ότι πρώτοι οι Λύδιοι έκοψαν νόμισμα, όπως λένε κάποιοι, αλλά ότι πρώτοι οι Λυδοί έκοψαν και έθεσαν σε κυκλοφορία νομίσματα από χρυσό και ασήμι.
    Η δραχμή – η ελληνική νομισματική μονάδα - ως ελληνικό νόμισμα γεννήθηκε κάπου το 874 π.Χ., αφού τότε, σύμφωνα με το Πάριο χρονικό, αφενός κανόνισε νέα μέτρα και σταθμά και έκοψε ασημένιο νόμισμα στο νομισματοκοπείο της Αίγινας.


    Ο βασιλιάς του Αργους Φείδωνας είναι εκείνος που αντικατέστησε τους οβολούς με τα επίπεδα (= τα λεπτά γνωστά μας νομίσματα) στο νομισματοκοπείο που έφτιαξε επί τούτου, το πρώτο στον κόσμο, στην Αίγινα. Τα πρώτα αυτά ελληνικά νομίσματα από την μία όψη είχαν παράσταση χελώνας και γι’ αυτό τα έλεγαν και «χελώνες» και από την άλλη ένα έγκοιλο τετράγωνο. Στην Εθνική βιβλιοθήκη του Παρισιού φυλάσσεται ένα από τα αρχαιότερα αυτά νομίσματα. Στο Νομισματικό Μουσείο της Αθήνας φυλάσσεται μία δέσμη από έξι οβελούς την οποία ο Φείδων είχε προσφέρει στην θεά Ήρα (Ηραίον) στο Άργος, όπως μας πληροφορεί ο Αριστοτέλης. Πήρε, ως υπολογίζεται, το όνομά της από το ρήμα «δράττομαι», που σημαίνει «πιάνω σφιχτά την ποσότητα που χωράει στην παλάμη μου». Στην παλάμη χωρούσαν έξι οβολοί, γι’ αυτό και η «ισοτιμία» της δραχμής καθορίστηκε ως 1δρχ./6 οβολούς. Στην αρχαία Ελλάδα το βάρος μιας ασημένιας δραχμής ποίκιλε κατά τόπους: στο αιγινήτικο ή φειδώνιο σύστημα ζύγιζε 6,06 γραμμάρια, στο φοινικικό-ροδιακό κυμαινόταν από 3,64 έως 7,28 γραμμάρια ενώ στο ευβοϊκό-αττικό σύστημα από 4,366 έως 8,73 γραμμάρια. 

ΤΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΟΛΕΩΝ – ΚΡΑΤΩΝ ΑΙΓΙΝΑ – ΚΟΡΙΝΘΟΣ – ΑΘΗΝΑ
    Στον αρχαίο ελληνικό κόσμο τα νομίσματα εκδίδονταν από τις πόλεις-κράτη. Αυτές, ανεξάρτητα από την έκταση και τη δύνα­μή τους, είχαν αυτόνομη οικονομία και διαφορετικό νόμισμα η κάθε μία, που ξεχώριζε από τους τύπους του. Η κάθε πόλη απεικόνιζε στα νομίσματά της παραστάσεις οικείες στους πολίτες της, που προέρχονταν από την ιστορία της, τη μυθολογία της, τα χαρα­κτηριστικά προϊόντα της. Έκοβαν κυρίως αργυρά νομίσματα, λιγότερα χρυσά και από τον 4ο αι. π.Χ. πολλά χαλκά. Πολύ σπάνια χρησιμοποιούσαν το σίδηρο και άλλα κράματα. Η Αίγινα, η Κόρινθος και η Αθήνα έκοψαν τα πρώτα αργυρά ελληνικά νομίσματα και διέδωσαν τη χρήση του νομίσματος στον υπό­λοιπο τότε γνωστό κόσμο.
Αργυρός στατήρας Αίγινας (480 π.χ.)
   Η Αίγινα πρώτη, λίγο πριν από τα μέσα του 6ου αι. π.Χ., εξέδωσε στατήρες με παράσταση θαλάσσιας χελώνας στην πρόσθια όψη και έγκοιλο, μοιρασμένο σε ακανόνιστα διάχωρα, στην άλλη. Τα νομί­σματα* της Αίγινας -γνωστά ως χελώναι- κυκλοφόρησαν στις περισ­σότερες περιοχές του Ελλαδικού χώρου. Βρέθηκαν όμως και στην Περσία, την Αίγυπτο και την Κάτω Ιταλία. Η αντικατάσταση της θαλάσσιας χελώνας από τη χερσαία και η χάραξη των αρχικών της πόλης αποτελούν τα χαρακτηριστικά της αλλαγής που συντελέστη­κε το 446 π.Χ., λίγο πριν από τον Πελοποννησιακό πόλεμο, και σηματοδοτεί το τέλος της κυριαρχίας της Αίγινας στη θάλασσα. 
* [Σημείωση βιβλιοθήκης: Στο Πάριο χρονικό αναφέρονται τα εξής: ΑΦ’ ΟΥ Φ[ΕΙ]ΔΩΝ Ο ΑΡΓΕΙΟΣ ΕΔΗΜΕΥΣ[Ε ΤΑ] ΜΕΤ[ΡΑ ΚΑΙ ΣΤ]ΑΘΜΑ ΚΑΤΕΣΚΕΥΑΣΕ ΚΑΙ ΝΟΜΙΣΜΑ ΑΡΓΥΡΟΥΝ ΕΝ ΑΙΓΙΝΗι ΕΠΟΙΗΣΕΝ, ΕΝΔΕΚΑΤΟΣ ΩΝ ΑΦ’ ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ, ΕΤΗ ΓΗΔΔΔΙ, ΒΑΣΙΛΕΥΟΝΤΟΣ ΑΘΗΝΩΝ [ΦΕΡΕΚΛ]ΕΙΟΥΣ….. = σε νέα ελληνική: Όταν ο Φείδων ο Αργείος κοινοποίησε τα μέτρα και σταθμά κατασκεύασε αργυρό νόμισμα που το έφτιαξε στην Αίγινα, έγινε 11ος από τον Ηρακλή, έτος ΓΗΔΔΔΙ = 631, όταν ο Φερέκλειος βασίλευε στην Αθήνα].
   Η Κόρινθος επίσης έκοψε στατήρες στα μέσα περίπου του 6ου αι. π.Χ., που αντα­νακλούν την εμπορική και οικονομική της ανάπτυξη. Η κυκλοφορία των πρώτων Κορινθιακών στατήρων ήταν τοπικά περιορι­σμένη, η ανεύρεσή τους όμως σε «θη­σαυρούς» στις αποικίες της στη Μεγάλη Ελλάδα δηλώνει τη μεγάλη τους διάδοση. 
    Οι τύποι των κοριν­θιακών νομισμάτων εμπνέονται από τη μυθολογία και την τοπική ιστορία: ο Πήγα­σος, το φτερωτό άλογο που δάμασε ο κο­ρίνθιος ήρωας Βελλερεφόντης με τη βοή­θεια της θεάς Αθηνάς, αποτυπώνεται στην πρόσθια όψη τους — σ’ αυτόν αναφέρεται και η αρχαία ονομασία τους: πώλοι (που­λάρια). Γύρω στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., καθιερώνεται η κεφαλή της Αθηνάς Χαλινίτιδος στην οπίσθια όψη. Τους ίδιους τύ­πους παρουσιάζουν και τα νομίσματα ορισμένων αποικιών της Κορίνθου, κατά τον 5ο και 4ο αι. π.Χ., όπως η Λευκάδα, η Αμβρακία κ.ά. 

   Από τον 6ο αιώνα π.Χ. έως τον 3ο αιώνα μ.Χ. η Αθήνα έκοψε νομίσματα κυρίως σε άργυρο, αργότερα και σε χαλκό, ενώ σε δυο περιστάσεις εκτάκτου ανάγκης εξέδωσε και χρυσά νομίσματα. Το αργυρά αθηναϊκά τετράδραχμα κυκλοφόρησαν από την Ιταλία έως το Αφγανιστάν και ήταν ένα από τα ισχυρότερα και μακρο­βιότερα νομίσματα του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Οι πρώτες νομισματικές εκδόσεις των Αθηνών, από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. κ.ε., απεικονίζουν διάφορα θέματα, όπως γλαύκα, ίππο, ταυροκεφαλή, τροχό, γοργόνειο κ.ά. Τα νομίσμα­τα αυτά ονομάστηκαν «εραλδικά» (Wappenmunzen) καθώς παλαιότεροι μελετητές θεώρησαν ότι έφεραν εμβλήματα αριστοκρατικών οικογενειών της Αθήνας. Πιθανότερο είναι όμως η θεματολογία να σχετίζεται με θρη­σκευτικές και αθλητικές δραστηριότητες όπως οι γιορτές των Παναθηναίων. 

 Αργυρό τετράδραχμον Αθηνών (440 – 420 π.χ.),
Εμπροσθότυπος: Κεφαλή Αθηνάς στεφανωμένη με φύλλα ελιάς.
Οπισθότυπος: Γλαύκα Αθήνα, Νομισματικό Μουσείο.

 ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΣ
   Η Σαμοθράκη αρχικά ονομαζόταν Σάμος από το ομώνυμο όρος του νησιού. Στις πηγές αναφέρεται ως Σάμος, Σάμος Θράκης, ενώ από τον 5ο αιώνα π.Χ. επικρατεί το όνομα Σαμοθράκη. Το 513 π.Χ. αναγνώρισε την περσική κυριαρχία ενώ αργότερα προσχώρησε στην Α΄ και Β΄ Αθηναϊκή Συμμαχία. Κατά την ελληνιστική περίοδο βρέθηκε στην σφαίρα επιρροής των Πτολεμαίων και γνώρισε πολλές εναλλαγές κυριάρχων. Το 84 π.Χ. το νησί λεηλατήθηκε από πειρατές και καταστράφηκε από σεισμό.
    H έναρξη της κοπής νομισμάτων τοποθετείται στα τέλη του 6ου π.X. αιώνα. Στα νομίσματα της αρχαϊκής περιόδου (τέλη 6ου - 475 π.X.) διακρίνονται τρεις ομάδες. Στην πρώτη απεικονίζεται στον εμπροσθότυπο σφίγγα, στην δεύτερη κεφαλή Aθηνάς και στην τρίτη κεφαλή ταύρου. Πρόκειται για αργυρά νομίσματα με υποδιαιρέσεις από στατήρες έως ημιώβολα. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για την ύπαρξη νομισμάτων κατά την κλασσική περίοδο.
    Κατά τον 3ο αιώνα π.Χ., πιθανόν μετά τον θάνατο του Λυσιμάχου, βασιλιά της Θράκης, η Σαμοθράκη εξέδωσε αργυρά νομίσματα όπου απεικονίζεται η Αθηνά, που λατρευόταν κατεξοχήν στο νησί. Στην οπίσθια όψη χαράσσεται η Κυβέλη που σχετίζεται με τους Καβείρους. Στο νησί τελούνταν τα Καβείρια, τα περίφημα μυστήρια των χθόνιων θεοτήτων.
    νεώτερες κοπές αρχίζουν το 280 π.X., γεγονός που δηλώνει πως κατά την περίοδο αυτή η Σαμοθράκη απολαμβάνει έναν βαθμό αυτονομίας, και συνεχίζονται έως τον 2ο- 1ο π.X. αιώνα. Στις κοπές αυτές συμπεριλαμβάνονται αργυρά τετράδραχμα και δίδραχμα, καθώς και χάλκινα. Στον εμπροσθότυπο απαντά και πάλι η κεφαλή της Aθηνάς, ενώ τον οπισθότυπο καταλαμβάνει συνήθως ένθρονη παράσταση της Mεγάλης Θεάς Kυβέλης με λιοντάρι στα πόδια. Tα νεώτερα νομίσματα ανήκουν στα χρόνια του Aδριανού.
    Ο Αχιλλέας Σαμοθράκης*  αναφέρει :
"Τα σωζόμενα νομίσματα της νήσου είναι σχεδόν πάντα μεταγενέστερα των χρόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, χαλκά και ελάχιστα αργυρά. Τα παλαιότερα (360 π. Χ.) παρισθώσι κεφαλήν της Αθηνάς μετά της επιγραφής ΣAMΟ και διαφόρων τιπων Των Ρωμαϊκών χρόνων απεικονίζουν επίσης προτομήν της Αθηνάς μετά της Κυβέλης καθήμενης και της επιγραφής ΣΑΜΟΘΡΑΚΩΝ. Επί τίνος δε αυτοκρατορικού νομίσματος του Αδριανού απαντά η αξιοσημείωτος επιγραφή ΣΑΜΙΩΝ ΕΝ ΘΡΑΚΗ, υπενθυμίζουσα τον στίχον του Βιργιλίου (Αινειάδ. VII, 208) "Thraiciamque Samum quae nunc Samothracia fertur"."
*(στο έργο "ΛΕΞΙΚΟΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΝ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΑΠΟ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ ΑΛΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ 1453, ΑΘΗΝΑΙ 1963")

   Ο δε Barclay V. Head αναφέρει:
Σαμοθράκη. Ή έδρα των περίφημων μυστηρίων των Καβείρων. Τα νομίσματα της νήσου ταύτης εινε πάντα μεταγενέστερα των χρόνων τού   Αλεξάνδρου.
Περί τα 300 π. Χ.

Κεφαλή Άθηνας.[Β. Μ. Guide, Πίν. XLI, 4.] ΣAMO Κυβέλη καθήμενη έπι θρόνου, ού ύποκάτω λέων. Όνομα άρχοντος . . Ρ? Άττικδν δίδρ. Æ .75
'Ομοίως ΣAMO Προτομή κριού ή κεφαλή κριού. Σύμβολον κηρύκειον . . .Æ .5-.45
Ο κριός είνε σύμβολον της λατρείας του Πελασγικού Ερμού (ίδε Ίμβρος)*. Ο κριός είναι ένα σύμβολο της λατρείας των Πελασγών του Ερμή και των Καβείρων.
*Η παράστασις του ιθυφαλλικού Ερμού επί της νήσου ταύτης είνε Πελασγικού θεού της γονιμότητας (Ηρόδ. ΙΙ 51). Προς το Καρικόν επίθετον Ίμβραμος (Στεφ. Βυζ.ε.λ. Ίμβρος) πρβλ. το Ελληνικόν Ίμερος (Preller Gr. Myth σ. 297).
Περίοδος της Ρωμαϊκής κυριαρχίας. 
Επί τίνος αυτοκρατορικού νομίσματος του Αδριανού (Mion.II) άπαντα ή αξιοσημείωτος επιγραφή CAMΙΩΝ ΕΝ ΘΡΑΚΗ. Πρβλ. τον στίχον του Βιργιλίου {Aen. VII. 208)«Thraiciamque Samum, quae nunc Samothracia fertur.» ...."
Προτομή 'Αθήνας Προτομή 'Αθήνας. ϹΑΜΟΘΡΑΚΩΝ Κυβέλη καθήμεν


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ
  Σαμοθράκη περί 500-480 π.Χ. Ημιοβολός. Σφίνξ οκλαδόν εγείρουσα το ένα των ποδών. Πίσω όψη: Τετράγωνον έγκοιλον είς δύο διηρημένο διάστικτο. Αριστερά κεφαλή βρυχώμενου λέοντος.
=====

  Σαμοθράκη περί 490 π.Χ. Αργυρό Τριώβολον. Σφίνξ οκλαδόν εγείρουσα το ένα των ποδών. Πίσω όψη: Τετράγωνον έγκοιλον είς τέσσαρα διηρημένο.
=====

  Σαμοθράκη περί 280 π.Χ. Αργυρό δίδραχμο. Κεφαλή Αθηνάς με λοφιοφόρο Κορινθιακό κράνος. Πίσω όψη: Κυβέλη ένθρονος , που κρατά φιάλη* και σκήπτρο, καθήμενος λέων κάτω από τον θρόνο, Υπογραφή άρχοντος? ΜΗΤΡΩΝΑ[ΚΤΟS] - ΣΑΜΟ
=====
  Σαμοθράκη περί 280 π.Χ. Κρανοφόρος κεφαλή Αθηνάς με λοφιοφόρο Κορινθιακό κράνος. Πίσω όψη: Κυβέλη ένθρονος , που κρατά φιάλη* και σκήπτρο. Υπογραφή ΣΑΜΟ-ΠΥΘΟ
φιάλη (patera το αντίστοιχο ρωμαϊκό αγγγείο) ήταν ένα ευρύ, αβαθές αγγείο, με ή χωρίς πόδι. Συχνά είχε ένα κεντρικό «ομφαλό». Ο ομφαλός χρησίμευε ως υποδοχή των δακτύλων, κατά τη χοή, αν βέβαια το αγγείο δεν είχε λαβές.


  Σαμοθράκη περί 280 π.Χ. Κρανοφόρος κεφαλή Αθηνάς με λοφιοφόρο Κορινθιακό κράνος. Πίσω όψη: Κυβέλη ένθρονος, που κρατά patera* και σκήπτρο.
=====

ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΟΥ ΑΝ. ΛΟΦΟΥ 

    Σχεδόν 1.000 νομίσματα έχουν βρεθεί κατά τη διάρκεια των ανασκαφών της αμερικανικής αποστολής στη Σαμοθράκη. Χρονολογούνται από τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. ως τις αρχές του 19ου αιώνα. Όπως σημειώνει η Laura Gadbery  πενήντα επτά από τα νομίσματα της Σαμοθράκης που βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές στον ανατολικό λόφο, έχουν συμβάλει τα μέγιστα στην πλήρη κατανόηση των τοπικών νομισματοκοπείων της Σαμοθράκης. Μαρτυρούν δε μια δραστηριότητα στο νησί από το πρώτο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. μέχρι τον 17ο αιώνα. Παρακάτω παρουσιάζονται πέντε από τα πιο ευανάγνωστα νομίσματα από το τοπικό νομισματοκοπείο.

  Σαμοθράκη τέλος 4ου π.Χ. αιώνα. Κρανοφόρος κεφαλή Αθηνάς με Κορινθιακό κράνος. Πίσω όψη: Γυμνός πολεμιστής με δόρυ και ασπίδα επάνω σε πλώρη πολεμικού πλοίου. Τα γράμματα ΣΑ στην πίσω όψη ένδειξη ότι το νόμισμα είναι από τοπικό νομισματοκοπείο.
=====
  Σαμοθράκη 3ος π.Χ. αιώνας. Κρανοφόρος κεφαλή Αθηνάς με Κορινθιακό κράνος. Πίσω όψη: Κεφαλή κριού με σύμβολο κηρύκειον.Τα γράμματα ΣΑΜΟ στην πίσω όψη, πιστοποιύν την προέλευση του νομίσματος.
κριός είνε σύμβολον της λατρείας του Πελασγικού Ερμού.


  Σαμοθράκη δεύτερο τέταρτο 3ου π.Χ. αιώνα. Κρανοφόρος κεφαλή Αθηνάς με Κορινθιακό κράνος. Πίσω όψη: Σπάνια απεικόνιση προτομής κριού*. Τα γράμματα ΣΑΜΟ στην πίσω όψη, πιστοποιύν την προέλευση του νομίσματος.
=====
  Το συγκεκριμένο νόμισμα, λόγω της ευρείας δάδοσής του, έχει βρεθεί στη Θάσο, Αθήνα, Βαβυλώνα, αλλά και κατά μήκος των θρακικών ακτών. Η Laura Gadbery υποστηρίζει ότι πρόκειται για νόμισμα του 2ου π.Χ. αιώνα, λόγω των αποδείξεων ότι πρόκειται για νόμισμα από την Σαμοθράκη και της ευρείας διάδοσής του ανά τον Ελληνικό κόσμο. Άρχων της Σαμοθράκης κατά το χρόνο έκδοσης του νομίσματος ήταν ο ΑΡΙΣTΟΞE.
  Στην πίσω πλευρά είναι μια θεά, καθισμένη σε θρόνο ή σκαμνί, φορώντας χιτώνα με ζώνη στη μέση και ιμάτιο, στην κεφαλή φέρει ψηλό πόλο, ή κυλινδρικό στέμμα. Στο αριστερό χέρι της η θεά κρατά σκήπτρο και στο δεξί χέρι της patera, ένα τελετουργικό αγγείο για σπονδές. Σε αυτό το συγκεκριμένο νόμισμα απικονίζεται καθήμενος λέων κάτω από τον θρόνο. Μερικοί μελετητές έχουν προσδιορίσει τη θεά ως την μητέρα-θεά Κυβέλης, το πιθανώτερο όμως είναι να απεικονίζεται μια από τις θεές που λατρευόταν στο Ιερό. Συγκεκριμένα, μια θεά γνωστή ως η Μεγάλη Μητέρα, η μητέρα γη, που στη Σαμοθράκη ήταν γνωστή ως Αξίερος.
πόλος, από ψάθα, ήταν ψηλό, κυλινδρικό κόσμημα κεφαλής μάλλον ανοιχτό από πάνω. Στην ελληνιστική περίοδο, συνηθισμένη ήταν η λεγόμενη θολία, επίπεδο στρογγυλό καπέλο με μικρό, κεντρικό, κωνικό σχήμα. Η μίτρα τέλος ήταν είδος υφασμάτινου σκούφου που απαντάται σε πολλές παραλλαγές και είτε σκέπαζε όλα τα μαλλιά, είτε άφηνε ελεύθερο ένα μέρος του κότσου.
 ξγ=
  Νομίσματα με την καθήμενη θεά συνέχισαν να εκδίδονται κατά την διάρκεια της Ρωμαϊκής περιόδου, αλλά με μια ουσιαστική αλλαγή στην εμπρόσθια όψη. Αντί για ένα κεφάλι της Αθηνάς, στην εμπρόσθια όψη φέρει την προτομή της Αθηνάς σε στροφή τριών τετάρτων, και σφαίρα με με οκτάκτινο αστέρι. Άλλα χαρακτηριστικά της προτομής είναι ότι απεικονίζουν πέπλο, αιγίδα* και κορινθιακό κράνος. Εξαιρετικά σπάνιο είδος, μόνο οκτώ νομίσματαέχουν βρεθεί κατά την διάρκεια των ανασκαφών της Αμερικάνικης αποστολής στη Σαμοθράκη. Τα συγκεκριμένα νομίσματα είναι τα τελευταία δείγματα των νομισματοκοπείων της νήσου κατά το δεύτερο μισό του 1ου αιώνα ή τις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ.

*Σύμφωνα  με την αρχαία ελληνική μυθολογία, η αιγίδα ήταν η ασπίδα που ο Δίας έδωσε στην Αθηνά.
    Η ασπίδα ήταν από το δέρμα της αίγας Αμάλθειας η οποία Αμάλθεια είναι σύμφωνα με το μύθο η τροφός του Δία τα χρόνια που αυτός μεγάλωνε κρυμμένος σε ένα σπήλαιο στην Κρήτη για να προστατευτεί από τον πατέρα του Κρόνο. Η κατσίκα, Αμάλθεια έδινε το γάλα της στον μικρό Δία και όταν ο Δίας μεγάλωσε διεκδίκησε την εξουσία από τον πατέρα του Κρόνο. Αυτή την ασπίδα την κατασκεύασε ο Ήφαιστος με τη δορά (δέρμα) της Αμάλθειας που ήταν αδιαπέραστη από τα βέλη. Μετά τη μάχη που του έδωσε την απόλυτη εξουσία, ο Δίας έδωσε την πανοπλία του, ή αλλιώς αιγίδα, στην κόρη του Αθηνά, θεά της σοφίας. Αιγίς ονομαζόταν στην Αρχαία Ελλάδα το δέρμα κατσίκας «αιγός» και κατά προέκταση η ασπίδα, όταν αυτή καλυπτόταν από τέτοιο δέρμα. Με αυτό οι αρχαίοι Έλληνες σκέπαζαν τη γυμνότητά τους και αμύνονταν, καθώς ως επένδυση στην ασπίδα προσέφερε πρόσθετη προστασία. Ο Όμηρος ονομάζει το Δία «αιγίοχο», ακριβώς επειδή κρατούσε την αιγίδα. Μεταφορικά σημαίνει τη φροντίδα, την προστασία και συχνά χρησιμοποιείται στη φράση «υπό την αιγίδα...».
ΠΗΓΕΣ: 
-ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 
-Θρακικός Ηλεκτρονικός Θησαυρός  
-Αρχαία Ελληνική Τεχνολογία 
-Wildwinds
-Coinarchives
-Samothrace Emory University 
-American Numismatic Society 
-ΛΕΞΙΚΟΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΝ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΑΠΟ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ ΑΛΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ 1453, ΑΘΗΝΑΙ 1963  
-Ιστορία των νομισμάτων, «Ήτοι εγχειρίδιον ελληνικής νομισματικής / Barclay V. Head», μεταφρασθέν εκ της αγγλικής και συμπληρωθέν υπό Ιωάννου Ν. Σβορώνου, πίνακες Α΄-ΛΕ΄, Εν Αθήναις, Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου, 1898.   
-Αδαμάντιος Γ. Κρασανάκης, «Νομισματική Ιστορία και τα Αρχαία Νομίσματα Κρήτης». Αθήνα, 2003.
Related Posts Plugin for   WordPress, Blogger...

1 σχόλιο: