Η Αλεξανδρούπολη φωτογραφημένη σε ένα ταχυδρομικό δελτάριο περί τα τέλη της δεκαετίας του ’50. Μια εξαιρετική φωτογραφία του Γεωργίου Παναγιώτου.
Μήκος κρηπιδωμάτων: 330 μ.
Βάθος θεμελίωσης: -10,5 μ
Έκταση χερσαίου χώρου: 19.800 τ.μ.
Ο προβλήτας συνήθως εξυπηρετεί Ε/Γ-Ο/Γ πλοία των διαφόρων ακτοπλοϊκών γραμμών από και προς τον Λιμένα μας.
Στην φωτογραφία αυτή σε πρώτο πλάνο φαίνεται, αριστερά ο προσήνεμος λιμενοβραχίονας, όπου είναι δεμένα περί τα δέκα πλοία και καΐκια. Η κατασκευή του προσήνεμου λιμενοβραχίονα, για την προστασία...
του μέχρι τότε διαμορφωθέντος μικρού λιμανιού (σημερινό «μικρό λιμανάκι»), άρχισε με ενέργειες της Λιμενικής επιτροπής περί το 1930. Με Απόφαση του Υπουργείου Δημοσίων Έργων το 1949, στο πρόγραμμα για την εκτέλεση έργων με πιστώσεις του «Σχεδίου Μάρσαλ», περιλαμβάνεται και το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, στο οποίο αρχίζει σειρά έργων. Σήμερα στη θέση αυτή έχουν γίνει έργα επέκτασης ( προβλήτας Νο1) από το 1995-2001, με πιστώσεις από το Β΄ Κ.Π.Σ. Δεξιά και στη βάση του προσήνεμου μώλου διακρίνεται και ο προβλήτας Νο 2 (Ναυτικού Ομίλου).Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Θαλασσίων Υποθέσεων Νήσων & Αλιείας, ο συγκεκριμένος προβλήτας έχει τα εξής χαρακτηριστικά:Μήκος κρηπιδωμάτων: 330 μ.
Βάθος θεμελίωσης: -10,5 μ
Έκταση χερσαίου χώρου: 19.800 τ.μ.
Ο προβλήτας συνήθως εξυπηρετεί Ε/Γ-Ο/Γ πλοία των διαφόρων ακτοπλοϊκών γραμμών από και προς τον Λιμένα μας.
Σε δεύτερο πλάνο αριστερά το θαλάσσιο μέτωπο και η τεχνητή προκυμαία. Δεξιά οι αποθήκες του Τελωνείου. Από το πολύ καλό ιστολόγιο του Ορδουμποζάνη Θεόδωρου μαθαίνουμε ότι:
“ Οι αποθήκες αυτές, εννέα (9) τον αριθμό, κατασκευάσθηκαν από την εταιρία Ανατολικών Σιδηροδρόμων (C.O.), μεταξύ των ετών 1869 – 1872 πάνω σε γήπεδο στο οποίο ανήκε στο Οθωμανικό κράτος και είχε παραχωρήσει στην ως άνω σιδηροδρομική εταιρία μόνο εμπράγματα δικαιώματα επιφανείας το έτος 1869. Στο ρυμοτομικό σχέδιο που συνέταξαν οι Ρώσοι το 1878, είναι αποτυπωμένες οι εννιά (9) αποθήκες, μπροστά στην προκυμαία χωρισμένες δε δύο ομάδες….. Άλλωστε αρχικά υπήρχαν, κατά τα ανωτέρω αναφερθέντα, εννέα (9) αποθήκες, ενώ μετά την απελευθέρωση της πόλης και μέχρι σήμερα, όλοι θυμούνται επτά (7) αποθήκες, οι 4 από τις 5 προς το δυτικό τμήμα και τρεις (3), δύο μικρότερες και μία μεγαλύτερη στο ανατολικό τμήμα.”
Άποψη της πόλης από ψηλά. Πηγή: Αρχείο Β. Χαστάογλου. |
Σε επόμενο πλάνο φαίνεται η ίδια η πόλη αναπτυγμένη σε περιοχή με ομαλό ανάγλυφο και ήπιες κλίσεις που εξασφαλίζουν ανοιχτό ορίζοντα προς τον νότο. Σήμερα δυστυχώς το τείχος των τσιμεντένιων «πολυκατοικιών» δημιουργούν δύσπνοια στην πόλη και τραυματίζουν την θέα του επισκέπτη. Από αριστερά διακρίνονται κατά σειρά: το Πασαλίκι, η Ζαρίφειος Ακαδημία, το Ταχυδρομείο, η παλιά Νομαρχία, και ο φάρος. Ο φάρος της Αλεξανδρούπολης γνώρισμα και σημείο αναφοράς μέχρι και σήμερα της πόλης, κατασκευάστηκε από τους Γάλλους και τέθηκε σε λειτουργία στις 1 Ιουνίου 1880.
Πίσω όψη του ταχυδρομικού δελταρίου |
Στο τελευταίο πλάνο ΒΔ η κορυφογραμμή των βουνών, αριστερά η ψηλότερη κορυφή «Τριφύλλι» με υψόμετρο 584 μέτρα. Δεξιά από τον φάρο η ψηλότερη κορυφή «Σουβλί» με υψόμετρο 518 μέτρα.
Θα κλείσουμε με ένα τοπίο στη λογοτεχνία, ένα απόσπασμα του Θανάση Τζούλη, «Οι ρητές και άρρητες οφειλές μου», από τη συλλογή: Μια πόλη, ένας συγγραφέας, (επιμέλεια Μισέλ Φάις), Εκδόσεις Μίνωας, Αθήνα 2001. (Από το Greekscapes)
«...Η καρδιά της Αλεξανδρούπολης πάλλει στη λεωφόρο Δημοκρατίας, η οποία την τέμνει διαμπερώς σε δύο άνισα μεταξύ τους μέρη, το παραλιακό με τις διάσπαρτες καφετέρειες και τους παλίνδρομους εσπερινούς περιπάτους των πολιτών ως το οριζόντιο πλάτωμα με το φωταγωγημένο Φάρο και τις προτομές των δύο αγνώστων, δυστυχώς, στην άλλη Ελλάδα θαλασσομάχων του 1821, του Αντώνιου και της Δόμνας Βισβίζη, και το άλλο μέρος, το βόρειο, σημαντικά μεγαλύτερο λόγω της πολυεπίπεδης επέκτασης με βαρύ τίμημα τον τραυματισμό του πράσινου και την δύσπνοια του τσιμέντου. Ευτυχώς όμως την πληγή αυτή μετριάζει το γερό σκαρί της πόλης και η ευνοϊκή παρέμβαση της φύσης (της χλωρίδας της), για να αναπληρώσει τα κενά, εξαιτίας της ανθρώπινης ολιγωρίας. Σκέφτεται κανείς τη σχέση αναλογίας ανάμεσα στην καλή φύση ως δότρια ζωής και την ανταποδοτική πόλη ή τη σχέση καλής μητέρας ως προνοητικής τροφού και της δοτικής πόλης.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου